Πανελλήνια σχολική ημέρα κατά της βίας

Με αφορμή την πανελλήνια σχολική ημέρα κατά της βίας είναι φρόνιμο να μιλήσουμε για το φαινόμενο της βίας και να αναλύσουμε τις διαστάσεις, που συχνά αυτό παίρνει στην καθημερινότητα των μαθητών. Η άσκηση βίας, τόσο λεκτικής, όσο και σωματικής, παρουσιάζει έξαρση τα τελευταία χρόνια, δεδομένου ότι στην κοινωνία φαίνεται να επικρατεί μία αγριότητα και μία υποβάθμιση βασικών αρχών και παραμέτρων. Σε όλα αυτά θα προσπαθήσουμε να αναφερθούμε παρακάτω.

Τα κρούσματα της βίας στα σχολεία είναι πλέον αναρίθμητα. Στις περισσότερες περιπτώσεις η βία είναι σωματική, ενώ συχνά εμφανίζεται και η λεκτική βία. Γιατί οι έφηβοι ασκούν βία; Ένας δικαιολογητικός λόγος είναι ότι τα παιδιά, που αδυνατούν να ενταχθούν στον κοινωνικό τους περίγυρο, προβαίνουν σε τέτοιες συμπεριφορές για να μπορέσουν να κερδίσουν το ενδιαφέρον των συνομηλίκων τους. Τα πρότυπα, που έχουν δημιουργηθεί στην κοινωνία είναι συγκεκριμένα κι όποιος δεν μπορεί να πλησιάσει αυτό ,που είναι κοινωνικά σωστό, στιγματίζεται. Για να μπορέσει ένα τέτοιο άτομο  να ‘’σπάσει τα δεσμά’’ της ετικέτας του ‘’αδύναμου’’, προβαίνει σε βίαιες πράξεις και γενικότερα συμπεριφορές. Έτσι, διασαλεύονται οι σχέσεις στο σχολικό περιβάλλον και το άτομο αυτό απομονώνεται ακόμη περισσότερο.

Δεν είναι λίγες οι φορές που άσκηση σωματικής και λεκτικής βίας δηλώνει υπεροχή δύναμης για αυτούς, που την ασκούν. Συχνά οι μαθητές κατά την περίοδο της εφηβείας προσπαθούν να επιβάλουν στα άτομα, με τα οποία συναναστρέφονται, τις απόψεις τους. Αυτός, που εναντιώνεται ή διαφωνεί μαζί τους, τυγχάνει να είναι το εξιλαστήριο θύμα, στο οποίο επιτίθενται συνήθως με χειροδικίες και ύβρεις. Μία περαιτέρω σκέψη αποτελεί το γεγονός του ότι οι μαθητές κατά την διάρκεια της εφηβείας, σε μεγάλο βαθμό, προσπαθούν να προσδιορίσουν την προσωπικότητα τους κι εναντιώνονται σε κάθε αδυναμία τους. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί την βίαιη συμπεριφορά τους. Αντιθέτως, θα έλεγα πως φέρνει στην επιφάνεια στοιχεία της προσωπικότητας, τα οποία χρήζουν προσοχής και κατάλληλης συμβουλευτικής βοήθειας.

Ένας ακόμη δικαιολογητικός λόγος αποτελεί το γεγονός της ένταξης των ατόμων σε ομάδες, οι οποίες υιοθετούν ένα συγκεκριμένο κώδικα – βίαιης- συμπεριφοράς. Για να γίνει αυτό κατανοητό, αρκεί να σκεφτεί κάποιος το παράδειγμα ενός μαθητή , ο οποίος κάνεις παρέα με μεγαλύτερα παιδιά. Η παρέα αυτή συχνά ενστερνίζεται ακραίες απόψεις για την κοινωνία εν γένει, το σχολείο και την εκπαίδευση ειδικότερα. Είναι λογικό πως ο μαθητής αυτός θα συμπεριφέρεται κατά παραγγελία των φίλων του- θα τους ακολουθεί, θα είναι αφοριστικός στις συζητήσεις, θα επιτίθεται λεκτικά και σωματικά. Έτσι, κερδίζει την αναγνώριση και την εκτίμηση των ανθρώπων της ομάδας του.

Σ’ αυτό το σημείο θα ήταν σωστό να γίνει μνεία στα θύματα των βίαιων συμπεριφορών. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συχνά πως αποδέκτες σωματικής, αλλά και λεκτικής βίας, είναι  ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Παιδιά με ειδικές ανάγκες, αλλοδαποί μαθητές και μαθητές κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων είναι συχνά ο ‘’εύκολος στόχος’’ των περισσότερων εφήβων. Κάποια από αυτά, λόγω της σωματικής τους αδυναμίας, ανήμπορα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, υπομένουν την βία, που τους ασκείται. Άλλα παιδιά, λόγω της κοινωνικής διάκρισης, που υφίστανται, δέχονται άκριτα ρατσισμό και λεκτική βία από τους συμμαθητές τους. Η διαφορετικότητα, συνεπώς, δεν γίνεται αποδεκτή και μάλιστα είναι αιτία να προβαίνουν οι έφηβοι σε ακραίες συμπεριφορές εναντίον των συμμαθητών τους.

Με αυτά τα σχολικά παραδείγματα το θηρίο, που λέγεται ‘’βία’’, γιγαντώνεται και παίρνει διάφορες μορφές στην σημερινή κοινωνία. Την βιαιοπραγία ακολουθεί ο βιασμός, ο οποίος -ως  ειδεχθή μορφή του- έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο. Και γνωρίζουμε καλά, ότι τα περιστατικά με βιασμούς είναι πολλά. Γιατί, όμως, αυτή η αγριότητα; Για να δώσουμε απάντηση σε αυτό το ερώτημα, θα ήταν καλό να εξετάσουμε τους λόγους, για τους οποίους οι έφηβοι υιοθετούν τέτοιες συμπεριφορές. Έχει παρατηρηθεί έντονα ότι τα παιδιά στην εφηβεία διαμορφώνουν χαρακτήρα. Επιρροές πολλές δέχονται τόσο από το οικογενειακό τους περιβάλλον , όσο κι από τον κοινωνικό τους περίγυρο- τις παρέες τους, αλλά και την κοινωνία, στην οποία ζουν, ευρύτερα.

Στις μέρες μας, οι γονείς φαίνεται να περνούν όλο και λιγότερο χρόνο με τα παιδιά τους. Η απουσία τους από το σπίτι λόγω εργασίας έχει αντίκτυπο στην διαδικασία ωρίμανσης ενός εφήβου. Γονείς και παιδί δεν συζητούν, δεν μοιράζονται απόψεις. Κυρίως, δεν υπάρχει η δυνατότητα για να αναπτυχθεί ένας υγιής διάλογος, όπου ο πατέρας και η μητέρα θα συμβουλέψουν το παιδί τους. Έτσι, το παιδί μεγαλώνει χωρίς όρια, χωρίς να γνωρίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και χωρίς βασικές αρχές και αξίες. Συνεπώς, δυσκολεύεται να ορίσει και να καταλάβει αυτό, που για τα υπόλοιπα παιδιά είναι δεδομένο, ότι για παράδειγμα ορισμένες συμπεριφορές είναι απαγορευμένες.

Μία άλλη σημαντική επιρροή είναι οι παρέες. Έχοντας ως δεδομένο ότι η εφηβεία είναι μία ευάλωτη περίοδος, οι μαθητές παρασύρονται και συναναστρέφονται αρκετές φορές με ακατάλληλες παρέες. Οι έφηβοι πάνω στην αντίδραση και την αφέλεια της νιότης, δεν επιλέγουν με σωστά κριτήρια τους φίλους τους και συχνά μπλέκουν σε παρέες, με τις οποίες αν και δεν ταιριάζουν, έχουν απλώς περιστασιακά κάποια κοινά ενδιαφέρονται. Συνήθως, οι μαθητές σε αυτές τις παρέες είναι αρκετά επαναστατικοί, χωρίς μέτρα και σταθμά. Έχουν μία παντελώς αρνητική και λανθασμένη στάση απέναντι στα πράγματα και ανύπαρκτους ηθικούς φραγμούς. Λόγω των προοδευτικών αντιλήψεων, που θεωρούν ότι έχουν, συμπαρασύρουν κι άλλους συνομηλίκους τους.

Ποιος είναι ο ρόλος της κοινωνίας σε όλες αυτές τις περιστάσεις; Η κοινωνική πραγματικότητα, δυστυχώς, δεν βοηθά την περιρρέουσα κατάσταση. Μοιάζει να είναι ανήμπορη να πατάξει το φαινόμενο της βίας στο σχολικό περιβάλλον. Φοβάμαι πως, όσο υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των μαθητών κι όσο η οικογένεια και το σχολείο δεν συμπράττουν προς μία ενιαία κατεύθυνση -νουθετώντας τα παιδιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο- , το φαινόμενο της βίας  θα γιγαντωθεί ακόμη περισσότερο τα προσεχή έτη.

Σίσσυ Αρτζόγλου
Φιλόλογος, απόφοιτη Α.Π.Θ